Η τελευταία μέρα της ακαδημαϊκής μας ζωής ήταν το γεγονός της χρονιάς. Οι πιο μελετηρές κοπελιές ξεκόλλησαν τα εξωτικά μουτράκια τους από τα βιβλία του Corporate Finance και κατέβηκαν στην pub της σχολής για να πιουν ως το πρωί. Κάπου εκεί στις πρώτες πρωινές ώρες, ο Diego έφυγε από τη Houghton Str. σε κατάσταση ελεεινής μέθης, όπως όλοι μας εξάλλου. Ώρες μετά, ξύπνησε στο νοσοκομείο, αγνώριστος, μέσα σε φριχτούς πόνους.
Είχε προηγηθεί ο μετριότατος αγώνας στον οποίο η Αγγλία επιβλήθηκε των Τρινιντάντ και Τομπάγκο με 1-0. Υπάρχει λόγος βλέπετε που οι αγώνες της premiership γίνονται νωρίτερα από ό,τι οι αγώνες του ελληνικού πρωταθλήματος: όταν οι άγγλοι το ρίχνουν στο ποτό σερί μετά από τη μπάλα, είναι τα πιο ανάξια δείγματα του ανθρώπινου γένους. Χειρότεροι δε από όλους, οι καβουροπίθηκοι γνωστοί με το όνομα chavs.
Ο Diego είχε την ατυχία να πέσει πάνω σε μια παρέα από τέτοιους. Επειδή οι chavοφονιάδες είναι παντού ίδιοι, μπορώ να μαντέψω (αν και ο φίλος δεν θυμάται τίποτε) ότι η όλη φάση ξεκίνησε ως εξής:
- Ρε μ****, είπες κάτι για την κοπέλα μου;
- ;;;
Η κοπέλα του chavοφονία, σημειωτέον, είναι κατά κανόνα ένα ελεεινό κρεατικό. Δεν την λες σκυλί, γιατί σκυλί, για να είμαστε δίκαιοι, είναι η κοπελιά στο Μπουρνάζι που ξέρει και δυο κόλπα να κάνει πέρα από το να πίνει μισή μπύρα και να ταβλιάζεται. Η chavette γνωρίζει βέβαια ότι πρόκειται να σφαχτεί πάλι κόσμος για τα γλαρωμένα μάτια της. Κοιτά το άπειρο όπως μια καλομακιγιαρισμένη γκέισα παρακολουθεί τελετουργικό χαρακίρι, προτού μια μοναχική σταγόνα αίματος της βάψει δραματικά το μάγουλο.
Τα υπόλοιπα δεν σηκώνουν πολλή περιγραφή. Πέντε τύποι βάζουν κάτω έναν κακομοίρη και τον αρχίζουν στις κλωτσιές. Μπορεί να τον έκοψαν για ξένο, μπορεί να είχαν όρεξη να δείρουν ό,τι έβρισκαν μπροστά τους. Το περιστατικό μαγνητοσκοπείται, πιθανώς περνούν και περαστικοί από μπροστά. Κάποια στιγμή κουράζονται, ή κάτι άλλο τους αποσπά την προσοχή και έτσι ο Diego γλιτώνει τη σελίδα 3 της Metro.
Και τώρα η σκέψη της ημέρας. Το Λονδίνο σε κάνει συντηρητικό αργά ή γρήγορα. Ας μην παρεξηγηθώ. Συνεχίζω να πιστεύω στα μεγάλα ιδανικά του αλκοόλ, του προγαμιαίου σεξ, της ελευθερίας του λόγου και της συνείδησης, και το πάθος μου για τη βρωμερή αυτή μητρόπολη παραμένει άσβεστο. Αλλά ώρες-ώρες κοιτώντας τους ανθρώπους εδώ, διαβάζοντας εφημερίδες, μιλώντας με φίλους, φτάνω σε άλλα άκρα.
Όλοι μου οι φίλοι πίνουν και σχεδόν όλοι μεθάνε. Μαγκιά μας. Κανείς όμως δεν μου έχει –ως τώρα- προτείνει να την πέσουμε σε έναν άγνωστο και να τον δείρουμε. Κανείς τους δεν θα γούσταρε εξάλλου. Και βέβαια, ακόμη και στη χειρότερή τους κατάντια, οι άνθρωποι που κάνω παρέα έχουν ένα στοιχειώδη σεβασμό για τον άλλο: μπορεί να την πέσεις λίγο άτσαλα σε καμία γκόμενα, να τσαντιστείς χωρίς λόγο με κάποιον, να μιλήσεις λίγο απότομα. Αίμα δεν θέλεις να δεις. Ο Άγγλοι τι γαμωζόρι τραβάνε;
Συντηρητική ατάκα νο.1:
Κακά τα ψέματα, είναι πολύ μεγάλο πράγμα να μεγαλώνεις με μια σωστή οικογένεια.
Ξέρω, ξέρω, οι ανύπαντρες μητέρες είναι κι αυτές άνθρωποι και οι έρευνες δείχνουν ότι μπλα, μπλα, μπλα. Δεν εννοώ αυτό. Μιλάω για την εξαθλιωμένη γκόμενα που στα 14 οι φίλες της τής είπαν ότι δεν μένεις έγκυος με την πρώτη φορά. Μην έχοντας πατήσει σε σχολείο ποτέ της, αγνοώντας ανάγνωση και γραφή και μη θέλοντας να το συζητήσει με τη μάνα της που είναι πάντα στουπί και τον πατέρα της που της πιάνει πού και πού το πόδι με νόημα, τις πιστεύει. Ο μπόμπιρας όμως στα σωθικά της, που ρουφάει ανυποψίαστος τζιν και νικοτίνη από τον ομφάλιο λώρο, έχει άλλη άποψη.
Ο «άντρας» της υπόθεσης, μόνιμα γερμένος μπροστά, στολισμένος χαϊμαλιά και bling, απόφοιτος ανωτάτης κρακεμπορικής, ξέρει πολύ καλά από πού έρχονται τα μωρά, αλλά ψιλοχέστηκε για την εν λόγω κοπελιά και εξάλλου τι να το κάνει το παιδί; Να το μεγαλώσει; Μετά θα του πουν να πιάσει και δουλειά. Ή μπορεί να είναι ένας φτωχός πλην τίμιος 16χρονος αργάτης, που έτυχε να πιει λίγο παραπάνω: σε μια κρίση φιλότιμου θα παντρευτεί την κοπελιά, και αφού περάσει 10 χρόνια ψάχνοντας πώς να συντηρήσει την οικογένεια θα αρχίσει τον εαυτό του στο ποτό και αυτήν στις ανάποδες.
Φταίνε αυτά τα παιδιά για τη ζωή που τους έτυχε; Δεν ξέρω και, μολονότι με ενδιαφέρει, δεν θα το λύσω απόψε το πρόβλημα. Το θέμα είναι ότι το βλαστάρι τους, ο Torrance Lorenzo Campbell III (Αμερικανική εκδοχή) ή Posh Josh (Βρετανική εκδοχή) ή όπως αλλιώς καταλήξει να λέγεται, δεν παίζει ούτε μια στις χίλιες να γίνει άνθρωπος. Το θέμα είναι ότι αυτά τα παιδιά στην Αγγλία είναι πολλές φορές περισσότερα (ακόμη και ως ποσοστό επί του πληθυσμού) από ό,τι στην Ελλάδα. Αν συμπεριλάβεις και αυτά που δεν τα έφτυσε εντελώς κατάμουτρα η μοίρα αλλά προς τα κεί πάει το πράγμα, έχεις μια επικίνδυνη κρίσιμη μάζα.
Συντηρητική ατάκα νο.2:
Είναι ωραίο να είσαι περήφανος για τη χώρα σου.
Η περίπτωση του Diego δεν είναι μοναδική. Στο Essex, ο Cedric (Πορτογαλο-Λιβανέζος) έφαγε ένα τρελό ξύλο γιατί τον έκοψαν για ξένο. Στο Cambridge, η Ashling (Πορτογαλο-Ιρλανδή) κόντεψε να φάει ξύλο ενώ παρακολουθούσε μπάλα με τους γονείς της. Φέτος για τον αγώνα Αγγλία-Πορτογαλία μας κάλεσε σπίτι της: δεν τολμάει να δει το ματς αλλού. Και αυτά είναι τα άτομα που ξέρω μόνο. Ταυτόχρονα, οι Άγγλοι στήνουν online μαγαζάκια με αντι-Γερμανικά μπλουζάκια, κάνουν το Πρωσικό βάδισμα της χήνας στους δρόμους του Βερολίνου και άμα λάχει παίζουν και κάνα ξύλο. Three lions in the dirt.
Κι εγώ βγήκα Ομόνοια για το Ευρωπαϊκό (Για τους ημιτελικούς βασικά. Τον τελικό τον είδα εδώ πάνω.) Δεν έδειρα κανένα. ΟΚ, κάτι μπάχαλοι φώναζαν «Δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ / Αλβανέ, Αλβανέ», αλλά δεν βγήκαν μετά σε σαφάρι a la Αρβανίτες. Όταν δεν περάσαμε στο Μουντιάλ αράξαμε και είπαμε έχουμε Γιουροβίζιον, δεν χάθηκε ο κόσμος. Κι όταν η Βίσση πήρε αυτά που πήρε δεν βάλθηκαν οι Ελληνίδες να ξεμαλλιάζουν τις Ουκρανέζες και τις Βουλγάρες της Αθήνας (πού είναι είπαμε;)
Οι Άγγλοι δεν είναι ρατσιστές: ο πραγματικός ρατσιστής νοιώθει ανώτερος και σπάνια θα ρίξει τα μούτρα του για να ασχοληθεί με τους υπανθρώπους. Το πρόβλημα με τον αγγλικό εθνικισμό όμως είναι ότι δεν βασίζεται σε καμία αίσθηση ανωτερότητας. Είναι 100% αγνό παρθένο κόμπλεξ. Εδώ στο Λονδίνο, που από μόνο του είναι μια άλλη χώρα, νοιώθουν ότι δεν τους ανήκει τίποτε: οι ξένοι τους παίρνουν τις καλές δουλειές, καβατζώνουν τις θέσεις στα πανεπιστήμια, τους ανεβάζουν τα ενοίκια, και θα τους έπαιρναν και τις γκόμενες αν δεν φοβόντουσαν μην κολλήσουν τίποτε. Είναι να μην τους μισείς; Η γαμψή μύτη του Γλάδστωνος, που στέκει αγέρωχος στο Strand, στάζει περιφρόνηση για τους ανάξιους απογόνους του.
Ας όψονται οι κουλτουριαραίοι: αυτά παθαίνουν οι πραγματικά πολυπολιτισμικές κοινωνίες. Ο Ελληνάρας, με όλα του τα κουσούρια, έχει κάτι πίσω στην Ελλάδα που είναι πάνω κάτω όλο δικό του. Όταν οι ξένοι λένε malaka, χαμογελάει συγκαταβατικά. Όταν βλέπει κεμπαμπτζή κουνάει το κεφάλι του με οίκτο. Όταν βλέπει μαύρισμα από solarium σηκώνει διακριτικά το φρύδι. Ο Άγγλος μοιράζεται τη χώρα του, την κουλτούρα του και τη γλώσσα του με όλον τον κόσμο και όταν το κάνεις αυτό, μοιραία ανακαλύπτεις ότι δεν έχεις ούτε την αποκλειστικότητα, ούτε την πρωτιά, σχεδόν σε τίποτε. Η μπάλα απλά τυχαίνει να πονάει περισσότερο. Τότε λοιπόν αρχίζεις να θέλεις να δείρεις τον Ισπανό ή τον Πορτογάλο, και, επειδή κατά βάθος νοιώθεις κατώτερός του, μαζεύεις όλη σου την παρέα για να το κάνετε μαζί.
Αυτή η συλλογιστική, αν το καλοσκεφτεί κανείς, εξηγεί και γιατί οι κουλτουριαραίοι μουσάτοι σοσιαλοφασίστες που αγοράζουν σταδιακά όλη την περιοχή γύρω από του Ψυρρή είναι τόσο πεπεισμένοι ότι κάθε εθνικιστής είναι κομπλεξικός. Οι κοινωνίες που οραματίζονται μόνο τέτοιου είδους εθνικισμό μπορούν να παράγουν.
Ο Diego είναι καλά τώρα, αλλά δεν τον βλέπω να γυρίζει στο Λονδίνο. Η Αγγλία θα αποκλειστεί από την Πορτογαλία και θα περάσω το βράδυ κρυμμένος στο σπίτι της φίλης μου μαζί με τους βαθείς στοχασμούς μου, σαν μια τριχωτή Άννα Φρανκ. Θα πιούμε κρασιά όλη νύχτα και όταν πια βγούμε στον ήλιο, θα είμαστε πάλι σε καλύτερη κατάσταση από τα chavόπουλα. Θα φτάσω σπίτι και θα πάρω τηλέφωνο τη μαρτυρική μάνα, για να την πείσω να μην μου στείλει κι άλλη σπανακόπιτα με το ταχυδρομείο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου